Η γονόρροια ή Βλενόρροια ή γονοκοκκική ουρηθρίτιδα είναι μια λοίμωξη που προκαλείται από το γονόκοκκο neisserria gonorrhoea, ένα gram αρνητικό βακτήριο, και μεταδίδεται μέσω της σεξουαλικής επαφής. Η γονόρροια είναι μία από τις πιο συχνές σεξουαλικώς μεταδιδόμενες νόσους και προσβάλλει εξίσου άνδρες και γυναίκες.
Κλινική εικόνα
Η γονόρροια έχει σύντομο χρόνο επώασης από 2 έως 14 ημέρες μετά από την ύποπτη σεξουαλική επαφή.
Στους άνδρες εκδηλώνεται με πυώδεις κιτρινωπές ή πρασινωπές εκκρίσεις από το πέος, πόνο και τσούξιμο κατά την ούρηση (δυσουρικά ενοχλήματα) και συχνή τάση για ούρηση.
Μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή στην ουρήθρα, ερυθρότητα στο στόμιο της ουρήθρας, καθώς και προστατίτιδα, επιδιδυμίτιδα και ορχίτιδα. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει πόνος και οίδημα στους όρχεις. Επίσης, μπορεί να εμφανιστεί φλεγμονή στο έντερο, τον πρωκτό, το στόμα και το λαιμό (γονοκοκκική φαρυγγίτιδα). Αν δεν εφαρμοστεί η ανάλογη θεραπεία, η γονόρροια μπορεί να εξαπλωθεί στο σπερματικό πόρο και να προκαλέσει στειρότητα, ή ακόμη και στις αρθρώσεις οδηγώντας σε γονοκοκκική αρθρίτιδα.
Οι γυναίκες σε μεγάλο ποσοστό είναι ασυμπτωματικές. Τα συνηθέστερα συμπτώματα στις γυναίκες είναι αυξημένες κολπικές εκκρίσεις (κολπίτιδα), δυσουρικά ενοχλήματα με κάψιμο και πόνο κατά την ούρηση και συχνουρία. Σπανιότερα μπορεί να υπάρξει δυσπαρεύνεια (πόνος κατά τη σεξουαλική επαφή), πονόλαιμος (γονοκοκκική φαρυγγίτιδα), οξεία σαλπιγγίτιδα με έντονο πόνο στην κάτω κοιλία και πυρετός. Σε χρόνιες και παραμελημένες λοιμώξεις μπορεί να υπάρξει υπογονιμότητα.
Διάγνωση
Η διάγνωση γίνεται με άμεση μικροσκόπηση του εκκρίματος με χρώση κατά Gram, όπου φαίνεται ο Gram αρνητικός διπλόκοκκος. Η τελική διάγνωση επιβεβαιώνεται με καλλιέργεια του εκκρίματος σε ειδικά θρεπτικά υλικά.
Οι ασθενείς θα πρέπει να υποβάλλονται επίσης σε έλεγχο ρουτίνας για τον αποκλεισμό και άλλων συνοδών λοιμώξεων όπως σύφιλη, HIV, ηπατίτιδα Β και C.
Θεραπεία
Η θεραπεία εκλογής για τη γονόρροια είναι η κεφτριαξόνη (κεφαλοσπορίνη 3ης γενιάς) σε δόση 1 g ενδομυϊκά εφάπαξ σε συνδυασμό με Αζιθρομυκίνη 1,5 g απο του στόματος εφάπαξ.
Είναι σημαντικό να εντοπιστούν οι πρόσφατοι ερωτικοί σύντροφοι και να υποβληθούν σε θεραπεία. Ο ασθενής θα πρέπει να επανεξεταστεί 1 και 2 εβδομάδες μετά τη χορήγηση θεραπείας. Επίσης συνιστάται πλήρης ορολογικός έλεγχος ώστε να αποκλειστεί η ταυτόχρονη μετάδοση άλλων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων λοιμώξεων όπως η σύφιλη, ηπατίτιδα Β, C και HIV.